- ελενηφόρια
- ἑλενηφόρια και Ἑλενοφόρια, τα (Α)γιορτή προς τιμή τής Βραυρωνίας Αρτέμιδος.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ελένη — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Βλ. λ. Ελένη, Ωραία. 2. Κόρη της Ωραίας Ελένης από τον Πάρη. 3. Κόρη της Κλυταιμνήστρας από τον Αίγισθο. Τη σκότωσε ο ετεροθαλής αδελφός της, Ορέστης. 4. Κόρη του Επιδαμνίου, που υπηρετούσε την Αφροδίτη ως… … Dictionary of Greek
ελενοφόρια — τα βλ. ελενηφόρια … Dictionary of Greek